- ἀναβαθμός
- ἀναβαθ-μός, ὁ,A flight of steps, stair, Hdt.2.125, Arist.Oec.1347a5, D.C.65.21;
δι' ἀναβαθμῶν
by degrees,Ph.
2.557.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
δι' ἀναβαθμῶν
by degrees,Ph.
2.557.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ἀναβαθμός — flight of steps masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αναβαθμός — ο (Α ἀναβαθμὸς) [ἀναβαίνω] σκάλα, σκαλοπάτι μσν. αντιφωνικό τροπάριο αρχ. κινητή, φορητή σκάλα … Dictionary of Greek
ἀναβαθμοῖς — ἀναβαθμός flight of steps masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναβαθμοί — ἀναβαθμός flight of steps masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναβαθμοῦ — ἀναβαθμός flight of steps masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναβαθμούς — ἀναβαθμός flight of steps masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναβαθμῶν — ἀναβαθμός flight of steps masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναβαθμῷ — ἀναβαθμός flight of steps masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναβαθμόν — ἀναβαθμός flight of steps masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναβασμοῖς — ἀναβαθμός flight of steps masc dat pl ἀναβασμός progress masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναβασμοί — ἀναβαθμός flight of steps masc nom/voc pl ἀναβασμός progress masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)